φωτολιθογραφία

φωτολιθογραφία
η, Ν
τεχνολ. περιληπτική ονομασία τών μεθόδων και διεργασιών παραγωγής αντιτύπων με φωτογράφηση ή ομοιοτυπία πάνω σε φωτοπαθείς επιφάνειες, λιθογραφικά ή μεταλλογραφικά στερεότυπα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. photolithography < photo- (< φωτ[ο]-*) + lithography (< λιθογραφία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φωτολιθογραφία — η φωτομηχανική μέθοδος με την οποία βγαίνουν πολλαπλά αντίτυπα από εικόνα που αποτυπώθηκε σε λιθογραφική πλάκα με τη βοήθεια φωτός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φωτολιθογραφικός — ή, ό, Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη φωτολιθογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. < φωτολιθογραφία. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Εστία] …   Dictionary of Greek

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • λιθογραφία — Τεχνική αναπαραγωγής σχεδίων ή κειμένων σε φύλλα χαρτιού. Το σχέδιο εκτελείται με ειδική μελάνη ή λιπαρό μολύβι (λιθογραφικό μολύβι) στην επιφάνεια μίας παχιάς λειασμένης πλάκας από σκληρό και ομοιογενή ασβεστόλιθο. Οι βασικές μέθοδοι λ. είναι… …   Dictionary of Greek

  • φωτοχρωμολιθογραφία — η φωτομηχανική μέθοδος για τη λήψη έγχρωμων εικόνων με τη φωτολιθογραφία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”